Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 294/2009

Διορισμός προσωρινής διοίκησης ΕΠΕ, προσωρινοί διαχειριστές, το δικαστήριο διορίζει προσωρινή διοίκηση


ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 294/2009


ΠΕΡΙΛΗΨΗ


Προκειμένου το δικαστήριο με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας να διορίσει προσωρινή διοίκηση ΕΠΕ απαιτείται ως προϋπόθεση η προηγούμενη καταφατική απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.


Το Δικαστήριο μόνο σε δύο περιπτώσεις διορίζει προσωρινή διοίκηση, όταν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκησή του, τούτο συμβαίνει σε περίπτωση θανάτου, βαριάς ασθένειας, μακράς απουσίας, απαγόρευσης, ανάκλησης, έκπτωσης λήξης της θητείας, μονίμων διαφωνιών μεταξύ των διοικούντων και εντεύθεν αδυναμίας λήψης απόφασης κλπ, καθώς και όταν τα συμφέροντα των προσώπων της διοίκησης συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου.


Για να διοριστούν από το δικαστήριο προσωρινοί διαχειριστές, θα πρέπει να έχει προηγηθεί ανάκλησή των, είτε με το καταστατικό της ΕΠΕ, είτε με απόφαση των εταίρων.


Ανάκληση διαχειριστών ΕΠΕ γίνεται σε δύο περιπτώσεις, α) στην ανάθεση από το καταστατικό της διαχείρισης σε εταίρους για ορισμένο χρόνο και β) στην ανάθεση για ορισμένο χρόνο με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων της διαχείρισης διμελούς ΕΠΕ σε εταίρους ή τρίτους, εφόσον οι εταίροι διαφωνούν στην ανάκληση του διαχειριστή και συντρέχει σπουδαίος λόγος.


Δεν προβλέπεται παρέμβαση του δικαστηρίου για την ανάκληση καταστατικών διαχειριστών διορισμένων για αόριστο χρόνο, τυχόν δε εκδιδόμενη δικαστική απόφαση έχει μόνο αναγνωριστικό χαρακτήρα, δηλαδή αναγνωρίζει την ανάκληση και εντεύθεν την περάτωση της σχέσεως εταιρία και διαχειριστή.


ΑΠΟΦΑΣΗ


ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 294/2009

Δ' Πολιτικό Τμήμα


ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Πετράκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Πολυζωγόπουλο, Ελευθέριο Μάλλιο, Γεωργία Λαλούση και Ευτύχιο Παλαιοκαστρίτη, Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Νοεμβρίου 2008, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ: Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 28/1/2005 αίτηση του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Λάρισας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 471/2005 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 967/2006 του Εφετείου Λάρισας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 14/11/2007 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αθανάσιος Πολυζωγόπουλος, ανέγνωσε την από 4/11/2008 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με το άρθρο 19 του Ν. 3190/1955, όπως η παρ. 1 και 4 αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 28 του Ν. 2339/1995 ορίζονται τα εξής: "1. Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με το καταστατικό σε ένα ή περισσότερους εταίρους για ορισμένο χρόνο μπορεί να ανακληθεί από το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ. ΚΠολΔ) για σπουδαίο λόγο, εφόσον ελήφθη για αυτό καταφατική απόφαση από τη συνέλευση των εταίρων. Τέτοια απόφαση δεν απαιτείται όταν υπάρχουν δύο μόνο εταίροι. Σε "περίπτωση επείγοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία του άρθρου 686 επ ΚΠολΔ. Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με το καταστατικό σε εταίρους για χρόνο μη ορισμένο ανακαλείται με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων οποτεδήποτε με την επιφύλαξη της τυχόν αξιώσεως για αποζημίωση. 2. Ληφθείσης αποφάσεως της συνελεύσεως περί ανακλήσεως η κατά την προηγούμενη παράγραφο αίτησις ανακλήσεως ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Προέδρου των Πρωτοδικών δύναται να ασκηθεί υπό παντός εταίρου. 4. Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με απόφαση της συνελεύσεως των εταίρων σε εταίρους ή τρίτους μη εταίρους για ορισμένο χρόνο ανακαλείται με απόφαση της συνελεύσεως των εταίρων οποτεδήποτε με την επιφύλαξη της τυχόν αξιώσεως για αποζημίωση. Εάν οι εταίροι είναι δύο σε περίπτωση διαφωνίας η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από το δικαστήριο μόνο για σπουδαίο λόγο χωρίς απόφαση της συνέλευσης των εταίρων. Σε περίπτωση επείγοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία του άρθρου 686 επ ΚΠολΔ....". Από την ερμηνεία των ανωτέρω διατάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα: Α) οι από το καταστατικό ορισθέντες διαχειριστές - εταίροι της ΕΠΕ, αν μεν έχουν οριστεί για ορισμένο χρόνο ανακαλούνται με τη συνδρομή τριών προϋποθέσεων δηλαδή: 1) απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, η οποία δεν απαιτείται επί διμελούς εταιρίας, 2) σπουδαίος λόγος και 3) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, Β) αν έχουν οριστεί για αόριστο χρόνο (μη ορισμένο) με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων οποτεδήποτε και Γ) οι διαχειριστές εταίροι ή τρίτοι, που έχουν οριστεί με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων για ορισμένο χρόνο, ανακαλούνται με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων οποτεδήποτε και μόνο επί διμελούς εταιρίας και διαφωνίας των εταίρων η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από το δικαστήριο υπό την προϋπόθεση συνδρομής σπουδαίου λόγου χωρίς απόφαση της συνέλευσης των εταίρων. Από όλα όσα προαναφέρθηκαν προκύπτει με σαφήνεια, ότι παρέμβαση του δικαστηρίου για την ανάκληση διαχειριστών ΕΠΕ (μετά την τροποποίηση του άρθρου 19 Ν. 3190/1955 από το άρθρο 28 Ν. 2339/1995) απαιτείται σε δύο περιπτώσεις : α) στην ανάθεση από το καταστατικό της διαχείρισης σε εταίρους για ορισμένο χρόνο και β) στην ανάθεση για ορισμένο χρόνο με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων της διαχείρισης διμελούς ΕΠΕ σε εταίρους ή τρίτους, εφόσον οι εταίροι διαφωνούν στην ανάκληση του διαχειριστή και συντρέχει σπουδαίος λόγος. Δεν προβλέπεται δηλαδή παρέμβαση του δικαστηρίου για την ανάκληση καταστατικών διαχειριστών διορισμένων για αόριστο χρόνο, τυχόν δε εκδιδόμενη δικαστική απόφαση έχει μόνο αναγνωριστικό χαρακτήρα, δηλαδή αναγνωρίζει την ανάκληση και εντεύθεν την περάτωση της σχέσεως εταιρία και διαχειριστή. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει, ότι, ενώ στις ανωτέρω περιπτώσεις (καταστατικών διαχειριστών ορισμένου χρόνου και διαχειριστών διορισμένων από τη συνέλευση των εταίρων για ορισμένο χρόνο), ορίζεται, ότι επί διμελούς ΕΠΕ δεν απαιτείται c απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, για τους καταστατικούς διαχειριστές αορίστου χρόνου διμελούς εταιρίας περιορισμένης ευθύνης δεν ορίζεται ότι δεν απαιτείται απόφαση της συνέλευσης των εταίρων στην περίπτωση, που τίθεται ζήτημα ανάκλησης καταστατικού διαχειριστή. Ο νόμος και στην περίπτωση αυτή αρκείται και προϋποθέτει μόνο απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, έστω και αν αυτή εκ των πραγμάτων είναι ανέφικτη. Αν ο νομοθέτης ήθελε να ρυθμίσει και την περίπτωση αυτή, θα το έκανε με ρητή διάταξη, όπως το έκανε και στις περιπτώσεις διαχειριστή ορισμένου χρόνου των παρ. 1 (καταστατικού) και 4 (ορισμένου από τη συνέλευση εταίρου ή τρίτου). Δικαιολογητικός λόγος για την εγκατάσταση διαφοροποιημένου καθεστώτος ανάκλησης είναι ότι η υπό προϋποθέσεις και κατά συγκεκριμένη διαδικασία ανάκληση των διαχειριστών - εταίρων, που διορίστηκαν για ορισμένο χρόνο από το καταστατικό δηλαδή, συνήθως των ιδρυτών εταίρων, εξασφαλίζει την διαχειριστική τους δράση καθόλη την προβλεφθείσα ορισμένη διάρκεια (συνήθως καθόλη την διάρκεια της εταιρίας, δηλαδή από της συστάσεως μέχρι της αναγραφόμενης καταληκτικής ημερομηνίας) από κάθε μεταγενέστερη αυθαίρετη ανάκληση. Στην αντίθετη περίπτωση, οι εταίροι αυτοί πιθανώς να μην προέβαιναν στην ίδρυση της εταιρίας, εάν γνώριζαν ότι διατρέχουν τον κίνδυνο της οποτεδήποτε και ελευθέρως προκαλούμενης ανάκλησής τους (βλ. εισηγητική έκθεση του νόμου). Σε κάθε άλλη περίπτωση ανάκλησης διαχειριστών τέτοιος εξασφαλιστικός της διάρκειας λόγος δεν συντρέχει, διότι είτε ο διορισμός έχει γίνει μεταγενεστέρως με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, είτε η διαχείριση έχει ανατεθεί στους διαχειριστές για αόριστο χρόνο είτε τέλος, η ανάθεση της διαχειρίσεως έχει γίνει σε τρίτο μη εταίρο. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ, που έχει εφαρμογή και στις εμπορικές εταιρίες, όπως η ΕΠΕ (άρθρο 3 παρ. 1 Ν. 3190/1955) το Δικαστήριο μόνο σε δύο περιπτώσεις διορίζει προσωρινή διοίκηση του νομικού προσώπου και συγκεκριμένα όταν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκησή του, τούτο δε συμβαίνει σε περίπτωση θανάτου, βαριάς ασθένειας, μακράς απουσίας, απαγόρευσης, ανάκλησης, έκπτωσης λήξης της θητείας, μονίμων διαφωνιών μεταξύ των διοικούντων και εντεύθεν αδυναμίας λήψης απόφασης κλπ, καθώς και όταν τα συμφέροντα των προσώπων της διοίκησης συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που αναφέρει το άρθρο 66 ΑΚ και επί αυτοσύμβασης (άρθρο 235 ΑΚ). Και ναι μεν υποστηρίζεται η άποψη ότι η περίπτωση δικαστικού διορισμού προσωρινών διαχειριστών ΕΠΕ υπάρχει μόνο επί συγκρούσεως συμφερόντων, ενώ επί ελλείψεως διαχειριστών τίθεται σε εφαρμογή η νόμιμη διαδικασία του άρθρου 16 του Ν. 3190/1955, δηλαδή η διαχείριση θα ασκείται από όλους τους εταίρους συλλογικώς, τούτο όμως θα μπορούσε να γίνει δεκτό όταν δεν υπάρχουν εντελώς διαχειριστές (θάνατος, παραίτηση) όχι και όταν υπάρχουν μεν, αλλά συντρέχει περίπτωση αδυναμίας νομίμως ή πραγματικής για την άσκηση των καθηκόντων τους. Οπωσδήποτε πάντως θα πρέπει να γίνει δεκτό, ότι η διάταξη του άρθρου 16 του Ν. 3190/1955 λειτουργεί "εάν δεν συνεφωνήθη άλλως" και έτσι σε περίπτωση ύπαρξης σχετικής συμφωνίας και αδυναμίας για οποιοδήποτε λόγο λειτουργίας αυτής θα πρέπει να λάβει χώρα διορισμός προσωρινών διαχειριστών κατά το άρθρο 69 ΑΚ και δεν θα λειτουργήσει το άρθρο 16. Προκειμένου όμως το δικαστήριο να διορίσει κατά το άρθρο 69 ΑΚ προσωρινή διοίκηση ΕΠΕ απαιτείται ως προϋπόθεση η προηγούμενη καταφατική απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, διότι ο νομοθέτης θέλησε να μην αγνοείται η γνώμη των εταίρων. Βέβαια, κατά τη διάταξη του άρθρου 786 παρ. 3 ΚΠολΔ "το δικαστήριο μπορεί με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον να αντικαταστήσει την προσωρινή διοίκηση ή τους εκκαθαριστές για σπουδαίους λόγους" και με τη διάταξη αυτή συμπληρώνεται η διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ με τη θέσπιση ουσιαστικού κανόνα ως προς την αντικατάσταση της προσωρινής διοίκησης, πλην όμως δεν εθίγησαν οι υπάρχουσες διατάξεις του Ν. 3190/1955, διότι, όπως από τη διατύπωση της παρ. 1 του άρθρου 786 ΚΠολΔ, κατά την οποία "όταν ζητείται κατά νόμο να διοριστούν ...", προκύπτει, η δικαστική επέμβαση εκδηλώνεται όταν κατά το ουσιαστικό δίκαιο προβλέπεται τέτοια επέμβαση. 'Ετσι, ενόψει και της διάταξης του άρθρου 19 του Ν. 3190/1955, για να διοριστούν από το δικαστήριο προσωρινοί διαχειριστές, θα πρέπει να έχει προηγηθεί ανάκλησή των, δια του καταστατικού της ΕΠΕ ή κατόπιν απόφασης των εταίρων, ήδη διορισθέντων, κατά τις αναφερόμενες στο άρθρο 19 του Ν. 3190/1955 διακρίσεις. Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, λόγο αναιρέσεως συνιστά η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, η οποία υπάρχει όταν λάβει χώρα ψευδής ερμηνεία ή εσφαλμένη εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Ψευδείς ερμηνεία είναι η απόδοση στο συγκεκριμένο κανόνα μη αληθινής και μη αρμόζουσας έννοιας, εσφαλμένη δε ή μη ορθή εφαρμογή είναι η εφαρμογή κάποιου κανόνα ουσιαστικού δικαίου αν και δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του ή μη εφαρμογής εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ενώ συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις του. Περαιτέρω, η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναιρέσεως κατ' άρθρο 559 αριθ. 1 εδ. β' ΚΠολΔ μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς. Όμως, για το ορισμένο του σχετικού λόγου αναιρέσεως, πρέπει αφενός μεν να προσδιορίζονται τα επικαλούμενα διδάγματα, αφετέρου δε να εκτίθεται η αποδοθείσα στον κανόνα δικαίου έννοια, που χαρακτηρίζεται εσφαλμένη και η κατά τη γνώμη του αναιρεσείοντος ορθή που προκύπτει από τα επικαλούμενα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία παρέλειψε η απόφαση να χρησιμοποιήσει. Τέλος, ο λόγος αναιρέσεως από το εδάφιο 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ προϋποθέτει ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Επομένως, δεν ιδρύεται αν η αγωγή ή η αίτηση απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αόριστη. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων με την από 28-1-2005 αίτησή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας ισχυρίσθηκε ότι με το υπ' αριθ. ...... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Λάρισας Ελένης-Ευγενίας Ρομοσιού-Κλειτσάκη, που δημοσιεύθηκε νόμιμα, συνεστήθη μεταξύ αυτού και του αναιρεσιβλήτου διμελής ΕΠΕ με την επωνυμία "Ψ-Χ ΕΠΕ" με ποσοστό συμμετοχής 40% και 60%, αντίστοιχα και σκοπό την εκτέλεση ιδιωτικών έργων, ορίστηκαν δε αμφότεροι με διάταξη του καταστατικού συνδιαχειριστές για αόριστο χρόνο. Περαιτέρω, ισχυρίσθηκε ο αιτών-αναιρεσείων, ότι ο καθού - αναιρεσίβλητος, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα οικονομικά συμφέροντα συναφούς ατομικής του επιχείρησης, προέβη σε ενέργειες διαχείρισης, που έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της ως άνω ΕΠΕ, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση των κερδών της. Με βάση το ιστορικό αυτό και ενόψει του ότι η εταιρία είναι διμελής και, ως εκ τούτου, ήταν αδύνατη η λήψη απόφασης από τη συνέλευση των εταίρων για τον αποκλεισμό του αναιρεσιβλήτου από τη διαχείριση, ζήτησε, λόγω συνδρομής σπουδαίου λόγου, ν' ανακληθεί με δικαστική απόφαση ο αναιρεσίβλητος (καθού) από τη διαχείριση της ανωτέρω εταιρίας. Το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού, κατά παραδοχή της έφεσης του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία είχε γίνει δεκτή η εν λόγω αίτηση και είχε διορισθεί προσωρινός διαχειριστής, στην συνέχεια, κράτησε και δίκασε την υπόθεση και απέρριψε την αίτηση ως μη νόμιμη, γιατί ο αναιρεσίβλητος-καθού, όντας εταίρος, διορίστηκε ως διαχειριστής με διάταξη του καταστατικού για αόριστο χρόνο και, ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται δικαστική παρέμβαση, αφού στην περίπτωση αυτή η ανάκληση επέρχεται με μόνη την απόφαση της συνέλευσης των εταίρων. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις ουσιαστικού δικαίου που προαναφέρθηκαν και επομένως οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της αίτησης αναίρεσης με τους οποίους κατά ένα μέρος αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλεια από τον αριθμό 1 εδ. α' του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι αβάσιμοι. Περαιτέρω ο πρώτος λόγος αναιρέσεως κατά το άλλο μέρος, με τον οποίο ψέγεται το Εφετείο για παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία των ως άνω κανόνων ουσιαστικού δικαίου είναι απορριπτέος ως αόριστος, διότι ο αναιρεσείων δεν προσδιορίζει στο αναιρετήριο τα διδάγματα της κοινής πείρας, ούτε αναφέρει αν αυτά δεν χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν μεν αλλά εσφαλμένα και σε τι συνίσταται η παραβίαση. Εξάλλου, με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως επίσης από τη διάταξη του αριθμού 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ ο αναιρεσείων προβάλλει και την αιτίαση ότι κατ' εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 69 ΑΚ το Εφετείο έκρινε μη νόμιμη την αίτησή του, αρνούμενο τον κατ' εφαρμογή της διατάξεως αυτής διορισμό προσωρινού διαχειριστή της ΕΠΕ στη θέση του αναιρεσιβλήτου εταίρου, με την αιτιολογία ότι δεν υπάρχει στην αίτηση σχετικό αίτημα. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότί, όπως προκύπτει από την αίτηση του αναιρεσείοντος, σ' αυτή περιλαμβάνεται μόνο αίτημα ανάκλησης του αναιρεσιβλήτου εταίρου από τη διαχείριση της εταιρίας με βάση τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά και όχι αίτημα διορισμού προσωρινού διαχειριστή κατ' εφαρμογή του άρθρου 69 ΑΚ, την έλλειψη δε τέτοιου αιτήματος δεν μπορούσε το δικαστήριο να αναπληρώσει κατ' αυτεπάγγελτη ενέργεια, ούτε κατ' εφαρμογή του άρθρου 744 ΚΠολΔ, το οποίο παρέχει στο δικαστήριο τη δυνατότητα να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο για την εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων και όχι να συμπληρώσει αίτημα που λείπει, όπως αντίθετα υποστηρίζει ο αναιρεσείων. Τέλος, ο ίδιος δεύτερος λόγος αναιρέσεως, κατά το μέρος που αποδίδεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πλημμέλεια από το εδάφιο 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού στην προκειμένη περίπτωση δεν ιδρύεται ο πιο πάνω λόγος αναιρέσεως, γιατί η ένδικη αίτηση απορρίφθηκε ως μη νόμιμη.

Απορρίπτει αίτηση για αναίρεση της 967/2006 αποφάσεως του Εφετείου Λάρισας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου